Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης την κατατάσσουν πλέον στο club των δισεκατομμυριούχων
To περιοδικό «Forbes» ωτσόσο το αρνείται. Οπως και αν έχουν τα πράγματα, ένα είναι το σίγουρο: η Madonna και πολλοί ακόμα pop stars κερδίζουν εκατομμύρια με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Η τελευταία σεζόν ήταν χωρίς αμφιβολία μια από τις καλύτερες της καριέρας της. Οχι τόσο για τη δόξα, όπως πολλοί ίσως θα σκέφτονταν, όσο για κάτι πολύ πιο ουσιαστικό, την τσέπη της.Οι αριθμοί που κάνουν τον γύρο του Διαδικτύου τις τελευταίες ημέρες μιλούν καλύτερα από τον καθένα: οι επιχειρηματικές δραστηριότητες της τραγουδίστριας τον τελευταίο χρόνο αύξησαν κατά διακόσια τριάντα πέντε εκατομμύρια ευρώ τους ήδη μεγάλους τραπεζικούς λογαριασμούς της, σπάζοντας έτσι για πρώτη φορά το φράγμα του ενός δισεκατομμυρίου με το οποίο εδώ και χρόνια η βασίλισσα της pop «φλέρταρε». Κάτι που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, οφείλεται στην τελευταία και πολύ επιτυχημένη εισπρακτικά παγκόσμια περιοδεία της «MDNA».
H αρχή της αυτοκρατορίας
Οι πρώτες επιχειρηματικές δραστηριότητες της 55χρονης σήμερα Madonna ξεκίνησαν το 1989. Τη χρονιά δηλαδή που έλαβε το χρηματικό ποσό των τεσσάρων εκατομμυρίων ευρώ από την Pepsi για να πρωταγωνιστήσει σε διαφήμιση της εταιρείας μέσω της οποίας παρουσιαζόταν το νέο της τότε single «Like a prayer». Το 1992 μπαίνει ακόμα πιο βαθιά στον επιχειρηματικό κόσμο ιδρύοντας τη δισκογραφική εταιρεία Maverick με συνεργαζόμενους καλλιτέχνες σημαντικά ονόματα της μουσικής βιομηχανίας. Οχι πολύ αργότερα την πουλά και βάζει πλώρη για νέα επιχειρηματικά σχέδια: παρακάμπτει τις αντιρρήσεις της δισκογραφικής της εταιρείας και κυκλοφορεί το φωτογραφικό άλμπουμ «Sex» με αισθησιακές φωτογραφίες της στα όρια του soft πορνό. Ο παγκόσμιος σάλος που δημιουργήθηκε ήταν έντονος, με αποτέλεσμα οι πωλήσεις του λευκώματος να αγγίξουν το ενάμισι εκατομμύριο αντίτυπα με τιμή πώλησης τα σαράντα ευρώ.
Τριάντα χρόνια μετά το ξεκίνημά της, η ίδια εξακολουθεί να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τους άλλους. Από νωρίς αντιλαμβάνεται πως το Διαδίκτυο θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της καριέρας της, γεγονός που την οδηγεί το 2007 στην υπογραφή δεκαετούς συμβολαίου, αξίας ενενήντα εκατομμυρίων ευρώ, με την εταιρεία Live Nation. Η συμφωνία περιλαμβάνει την προώθησή της με ένα νέου τύπου πρότζεκτ το οποίο σχεδιάστηκε για να «εκμεταλλευτεί» το «προϊόν Madonna» με ποικίλους επιχειρηματικούς τρόπους. «Το ρεύμα της μουσικής βιομηχανίας έχει αλλάξει. Εγώ, ως καλλιτέχνις και επιχειρηματίας, πρέπει να το ακολουθήσω», δήλωσε η star αποδεικνύοντας πως, όταν κάνει μπίζνες, προσαρμόζεται στα δεδομένα για το καλό της οικονομικής αυτοκρατορίας που με τόση μεθοδικότητα έχει χτίσει.
Το 2009 τής πηγαίνει καλά, αφού μετά το παγκόσμιο τουρ Hard Candy προσθέτει στους λογαριασμούς της ενενήντα εκατομμύρια ευρώ. Στα τέλη της επόμενη χρονιάς, επηρεασμένη από την επιτυχία της πρόσφατης περιοδείας της, ανοίγει στην Πόλη του Μεξικού το πρώτο ομώνυμο γυμναστήριο, ενώ το 2012 παρουσιάζει ακόμα μια σειρά ρούχων, την «Truth or Dare», για γυναίκες ηλικίας 27 έως 50 ετών. Λίγους μήνες νωρίτερα επενδύει ενάμισι εκατομμύριο δολάρια στην επιχείρηση Vita Coco - πουλάει συσκευασμένο γάλα καρύδας - ενώ ταυτόχρονα ξεκινάει συνεργασία με τη βότκα Smirnoff.
Παρά τη μεγάλη της περιουσία, το περιοδικό "Forbes" αρνείται να τη συμπεριλάβει στη λίστα με τους δισεκατομμυριούχους του πλανήτη.
«Το 2007 έβγαλε πενήντα έξι εκατομμύρια ευρώ, το 2008 κέρδισε τριάντα ένα εκατομμύρια, το 2009 άγγιξε τα ογδόντα πέντε, ενώ το 2010 έφτασε τα σαράντα πέντε. Χωρίς καθόλου περιοδείες ή νέα δισκογραφική δουλειά μέσα στο 2011 και με μόλις είκοσι τρία εκατομμύρια στο πρώτο μισό του 2012 (λίγο πριν ξεκινήσει η άκρως επιτυχημένη τουρ «MDNA») δεν βγαίνει το άθροισμα του ενός δισεκατομμυρίου», σχολιάζει το περιοδικό που στηρίζει το επιχείρημά του στις μεγάλες δαπάνες της τραγουδίστριας και στους αυξημένους φόρους που καλείται κάθε χρόνο να πληρώσει.