Η συγκλονιστική εξομολόγηση της τραγουδίστριας για τα δύσκολα παιδικά της χρόνια
Για την φτώχεια, τη Γερμανία, τις δουλειές του ποδαριού για να εξασφαλίσει ένα καρβέλι ψωμί για την οικογένειά της και γενικά για όλες τις δυσκολίες που βίωσε στα παιδικά της χρόνια, μίλησε σε πρόσφατη συνέντευξή της η τραγουδίστρια.
Της είχε άραγε περάσει από το μυαλό ότι θα γινόταν μια από τις κορυφαίες τραγουδίστριες της Ελλάδας; "Δεν γεννήθηκα με το μικρόφωνο στο χέρι. Ήταν ένα πάθος μου που το κρατούσα κρυφό. Το μέλημα το δικό μου, αλλά και των γονιών μου εκείνα τα χρόνια, ήταν να εξασφαλίσουμε ένα μεροκάματο. Ήταν δύσκολες εποχές για όλους τους Έλληνες. Οι δικοί μου δεν ήξεραν κάποια τέχνη και έκαναν διάφορες δουλειές του ποδαριού, πότε στα χωράφια, πότε στα εργοστάσια, ό,τι έβρισκαν. Όταν ήμουν 5 χρονών ήρθε η μητέρα μου στον παιδικό σταθμό να με αποχαιρετήσει γιατί θα πήγαιναν με τον πατέρα μου μετανάστες στη Γερμανία. Δεν θα την ξεχάσω εκείνη την ημέρα. Όταν μου είπε ότι έπρεπε να φύγει, έμεινα και την κοιτούσα χωρίς να λέω τίποτα. Ήμουν πολύ στενοχωρημένη, αλλά δεν ήθελα να το δείξω", δήλωσε στο περιοδικό "OK!" και τον Γιάννη Πουλόπουλο.
Και κατόπιν η Κατερίνα Στανίση πρόσθεσε: "Όταν έγινα 9 χρονών, οι γονείς μου μας έβγαλαν εισιτήρια για να πάμε, μαζί με τον μεγάλο μου αδερφό, τον Κώστα, στη Γερμανία. Αλλά και εκεί δεν είχε μεροκάματο και δύο χρόνια αργότερα επέστρεψα στη Νάουσα και έπιασα δουλειά σε μια φάμπρικα. Ήμουν στο τμήμα που συσκεύαζαν ροδάκινα, μήλα, κεράσια, ανάλογα με την εποχή, για να μπορώ να φέρω κι εγώ ένα καρβέλι ψωμί στο σπίτι. Μετά τη δουλειά με γύριζαν κάτι μεγαλύτερες κυρίες που ήταν εργάτριες και με περίμενε η γιαγιά μου στο δρόμο, γιατί οι γονείς μου είχαν παραμείνει στη Γερμανία. Από τα 12 μέχρι τα 16 μου πηγαινοερχόμουν Ελλάδα – Γερμανία, ανάλογα με το που είχε μεροκάματο. Δεν είχα ένα λιμάνι. Ξέρω πολύ καλά τι θα πει ξενιτιά. Ξέρω τι θα πει να μην μπορείς να χτυπήσεις την πόρτα στη γειτόνισσα να ζητήσεις βοήθεια. Δεν λέω. Υπάρχουν και καλοί άνθρωποι στη Γερμανία, αλλά κανένας δεν θα σου πει: “Έλα να σε φιλοξενήσω στο σπίτι μου”. Είμαστε άλλος λαός".
Θυμάται ακόμα την πρώτη μέρα που πήγε από τη Νάουσα στη Γερμανία; "Πώς δεν τη θυμάμαι. Στην αρχή πήγα σε μια πόλη κοντά στην Φρανκφούρτη. Εκεί μέναμε σε ένα δωματιάκι που μας νοίκιαζε μια καλοθρεμμένη Γερμανίδα, η Ρόζα, είχε κι εκείνη δυο παιδιά στην ηλικία τη δική μου και του αδερφού μου. Από εκείνη έμαθα να μιλάω Γερμανικά. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη μέρα που πήγα στο σπίτι και η Ρόζα μας έδωσε ρούχα των παιδιών της. Πρώτη φορά φορούσα τόσο ωραία ρούχα και παπούτσια. Στα 13 μου δούλεψα σε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε πρίζες. Εκεί άρχισα να πρωτοτραγουδάω. Επειδή έκαναν θόρυβο οι μηχανές μπορούσα να τραγουδάω δυνατά χωρίς να με παίρνουν χαμπάρι".